Όλα ξεκίνησαν από εκείνον τον παππού που καθόταν πάνω στα δίχτυα και αγνάντευε τη θάλασσα.
Ο γέρος και η θάλασσα.
Σα χαρισμένος χρόνος, οι δικές του ώρες έμοιαζαν να έχουν περισσότερα λεπτά από τις δικές μου.
Άθελά μου είχα άρχισα να σκέφτομαι το χρόνο.
Όταν κάνεις παιδιά μετράει αλλιώς.
Έχεις τόσες δουλειές στα χέρια σου και έγνοιες στο κεφάλι σου που, πριν το καταλάβεις, τα παιδιά έχουν μεγαλώσει και συ το ίδιο κι όλο αυτό γίνεται τόσο γρήγορα που ο νους σου αδυνατεί να συλλάβει. Ξαφνικά, νιώθεις τη μάνα που κυνηγάει το εικοσάχρονο να του φορέσει ζακέτα. Χαμπάρι δεν έχει πάρει ότι το τρίχρονο πιτσιρικάκι της είναι φοιτητής στο Πανεπιστήμιο. Σαν χτες μοιάζει.
Η μια σκέψη έφερε την άλλη και πριν το καταλάβω είχα μιζεριάσει στο έπακρον μετρώντας άσπρες τρίχες.
Ευτυχώς υπάρχουν βάλσαμα για κάθε ντέρτι.
Μοιράζομαι τα πιο δυνατά χαρτιά μου, τις πιο αντικαταθλιπτικές εικόνες που άγγιξαν τα μάτια μου!
α. Σκύλος Έλμο. Το ύφος τα λέει όλα.
β. Η σκέψη των προβάτων που μου τρώνε συστηματικά τα σκουπίδια (πως στις πόλεις, τότε που είχαμε λεφτά, πετάγονταν γατιά από τα σκουπίδια; Ε, εδώ έχουμε τα πρόβατα σε αυτό το ρόλο)
γ. τα κυκλάμινα που φύτρωσαν στο περιβόλι μου
δ. τα χρώματα του φθινοπώρου στην αυλή του Ψαρά,
ε. μια πάπια που έβγαλε τα παιδάκια της βόλτα,
στ. το ποτάμι που βρήκε τα πρωτοβρόχια αφορμή και κατέβασε νερό
και
ζ. η φάτσα της Δάφνης όταν προσποιείται ότι την κυνηγούν τα φύλλα και τρέχει δαιμονισμένη!
Δε θα σας πω ότι την λάτρεψα τη σημερινή μέρα, αλλά, στο τελείωμά της νιώθω την ανάγκη να πω κι ευχαριστώ.
Και πάλι καλά.
Καλό σας βράδυ.