Είμαι η μισή Θεσσαλονικιά κι έτσι πολύ χαίρομαι όταν βρίσκομαι σε αυτή την πόλη. Την νιώθω σαν το σπίτι μου, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι τα ξέρω κι όλα ή ότι τα έχω συνηθίσει.
Η μαμά με πήγε στην παραλία λέγοντας πράγματα του τύπου “αμήν, πόσα χρόνια κάναμε να τη δούμε ανοιχτή” και κάτι άλλα τέτοια που δεν καταλάβαινα γιατί με εντυπωσιάζει εκείνος ο Πύργος ο μεγάλος.
Η μέρα ήταν πολύ όμορφη κι έτρεχα ασταμάτητα.
Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε κι ένας κύριος, πολύ κρύος που στεκόταν για πάντα πάνω σε μια βάση χωρίς να κουνιέται. Τον περιτριγύρισα λίγο, τίποτα εκείνος.
Έκατσα κι εγώ και του έκανα λίγο παρέα, όπως και να είχε.
Μετά από τόσο μνημείο, είπα να τρέξω και λίγο λες και δεν υπάρχει αύριο πράγμα που έκανε τη μαμά να νομίσει ότι θα κουραστώ και θα κοιμηθώ. Χα! Ας γελάσω!
Λίγο χρειάζομαι να καθίσω και μετά… πάμε πάλι!
Ευχαριστώ που ήρθατε να με δείτε και σήμερα!
Ραντεβού την επόμενη Τετάρτη!