Οσο μοναδικός κι αν νιώθει- και φυσικά είναι – ο καθένας μας, υπάρχουν μερικά πράγματα που είναι τόσο κοινά που υπογραμμίζουν απλώς και μόνο το ότι είμαστε, πρώτα απ’ όλα και κατά βάση, άνθρωποι. Μια συνήθης αγωνία λοιπόν, την οποία δοκιμάζω κι εγώ αυτή την περίοδο, είναι αυτή που αποτυπώνεται στον τίτλο του άρθρου της Darcy R. Shapiro, το οποίο θεωρώντας αισιόδοξο και χρήσιμο, μετάφρασα και σας παραθέτω.
“Όταν έμεινα έγκυος στο δεύτερο παιδί μου, ο σύζυγός μου κι εγώ αρχίσαμε να το αποκαλούμε τρυφερά και αστειευόμενοι «γαρνιτούρα». Βλέπετε, είχαμε ήδη το… κυρίως πιάτο: τον πρωτότοκό μας, το χρυσό μας παιδί, τον πρίγκηπά μας, το ξεχωριστό, υπέροχο παιδί μας. Και ενώ δε θα το παραδεχόμουν ποτέ εκείνο τον καιρό, ενώ ήμουν έγκυος, σκεφτόμουν συχνά ότι θα έκανα ότι περνούσε από το χέρι μου για να νιώσει η … Γαρνιτούρα ότι τον αγαπάμε όσο και το μεγάλο του αδερφό. Χώρια που κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να συμβεί στ’ αλήθεια.
Κατά τον ένατο μήνα της εγκυμοσύνης μου, κάθισα στο πάτωμα του δωματίου του γιού μου κι έκλαψα ενώ του διάβαζα, σκεπτόμενη πόσος λίγος καιρός μας έμενε που θα είμασταν μόνοι μαζί. Ίσως μάλιστα να έφτασα να μετανιώσω, παρά την επιθυμία μου για ένα δεύτερο παιδί, για την έλευση ενός δευτέρου ανθρώπου που θα με χρειαζόταν και θα αποσπούσε την προσοχή μου από τον τέλειο γιό μου. Σκέφτηκα πώς στην ευχή θα μπορούσα να αγαπήσω κάποιον ή κάτι όσο και τον πρώτο μου παιδί;
Και μετά γεννήθηκε η Γαρνιτούρα. Τον έβαλαν στην αγκαλιά μου κι ήταν μικροσκοπικός και τέλειος. Κοίταξε προς τα πάνω και με είδε. Μου έριξε εκείνο το βλέμα- ξέρετε ποιο. Άνοιξε διάπλατα τα μάτια του και κοίταξε απευθείας τα δικά μου. Ήταν, σχεδόν, σαν να τον ακούω να λέει : «Γειά σου μαμά! Ήθελα τόσο να σε γνωρίσω!». Μετά από κάμποσους μήνες, κι ενώ ο μεγαλύτερος γιός μου από βρέφος πλέον είχε μετατραπεί σε ένα σκανδαλιάρικο νήπιο, η Γαρνιτούρα κοιμόταν απρόσκοπτα, καθόταν αγκαλίτσα με τις ώρες, έβγαζε γουργουρητά και μικρούς ήχους σαν περιστεράκι και μύριζε όλες τις υπέροχες βρεφικές μυρωδιές που ξεχνάς εντελώς μόλις έχεις να αντιμετωπίσεις βρόμικες πάνες και ελεεινά λερωμένα νηπιακά χέρια. Ας είμαστε ειλικρινείς: άλλο να αλλάζεις πάνα σε ένα βρεφάκι δύο μηνών, άλλο σε ένα παιδάκι δύο χρονών! Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο πάντως, το αδύνατο έγινε δυνατό και αγάπησα τη Γαρνιτούρα όσο και τον πρωτότοκό μου- όσο τίποτα στον κόσμο. Το μόνο που χρειάστηκε ήταν να τον συναντήσω για πρώτη φορά.
Πολλές φίλες μου είναι τώρα έγκυες στο δεύτερο παιδί τους και αρχίζω να τις ακούω να μιλούν για τις ίδιες ανησυχίες που βασάνιζαν κι εμένα κατά τη δεύτερη εγκυμοσύνη μου. Μια φίλη μου είπε ότι ο ενθουσιασμός της πηγάζει από το γεγονός ότι θα δώσει ένα αδερφάκι στο πρώτο της παιδί. Καυμένο δεύτερο παιδάκι—προορισμένο να γίνει το μικρότερο αδερφάκι ενός μεγαλύτερου που πιθανόν (συνήθως) να μην το ήθελε ποτέ!
Πολύς λόγος γίνεται τώρα τελευταία για τη σειρά γέννησης των παιδιών σε σχέση με την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, τόσο που να θεωρείται το αν ένα παιδί γεννήθηκε πρώτο, δεύτερο ή τρίτο εξίσου σημαντικό με το φύλο του και το γονιδίωμά του. Και έχει λογική. Στο κάτω- κάτω, είμαστε όλοι διαφορετικοί ως γονείς με το κάθε μας παιδί. Ο πρώτος μου γιός θα έχει υπάρξει το μόνο μοναχοπαίδι της οικογένειας- έστω για λίγο. Όσο είχε αυτόν τον τίτλο, λατρευόταν και φωτογραφιζόταν ατελείωτα από μας. Και ο δεύτερος γιός μου, η Γαρνιτούρα, γεννήθηκε σε έναν κόσμο όπου οι ανάγκες και οι επιθυμίες του δεν ικανοποιούνται άμεσα, αλλά συχνά υποβάλλονται ή συμψηφίζονται με τις ανάγκες τους μεγαλύτερου αδερφού. Φυσικά και λατρεύεται και φωτογραφίζεται κι εκείνος, αλλά λιγότερο συχνά και καμιά φορά πρέπει να μοιράζεται το κάδρο. Στην πραγματικότητα, όλα του τα πράγματα, από τα ρούχα και την κούνια του μέχρι τα γιογιό και τα παιχνίδια του, ήταν κάποιου άλλου πριν γίνουν δικά του. Γεννήθηκε σε έναν κόσμο που μπορεί να ήταν- έστω και τρυφερά- η Γαρνιτούρα κι όχι το Κυρίως Πιάτο. Όμως, γεννήθηκε από γονείς που ήταν πιο χαλαροί με τη γονεϊκότητα κι είχαν αποκτήσει γνώσεις, εφόδια και δεξιότητες που έλειπαν από τους αγχωμένους γονείς του μεγαλύτερου αδερφού του, το οποίο δε μπορεί, κάπου θα μετράει.
Επομένως, οι φόβοι μου αποδείχτηκαν αβάσιμοι. Δεν προσποιήθηκα ούτε στιγμή ότι τον αγαπώ όσο το μεγαλύτερο αδερφό του. Ήρθε μόνο του εντελώς φυσικά. Και ποτέ δεν το μετάνιωσα που άλλαξε η δυναμική της μικρής μας παρέας των τριών. Αν κάτι επέφερε, αυτό ήταν να κάνει την οικογένειά μας πλουσιότερη με την παρουσία του, και τον πατέρα του και μένα καλύτερους γονείς. Επιπλέον, αγαπώ το γεγονός ότι ο μεγαλύτερος μου γιός έχει ένα σύντροφο, όπως και το ότι ο μικρός βρίσκει με τον ερχομό του κι εκείνος ένα σύμμαχο.
Μόνο ο χρόνος θα καθορίσει πόσο σημαντικές επιπτώσεις έχει η σειρά με την οποία γεννήθηκαν στην προσωπικότητά τους. Για την ώρα πάντως, είναι εξαιρετικά απολαυστικό να τους παρακολουθείς να προσπαθούν ο ένας να μάθει και να καταλάβει τον άλλο!”