Το Σάββατο που μας πέρασε, έκανα μια τολμηρή επιλογή: πήρα τα δύο μου παιδιά, ηλικίας 6 και 9 και πήγαμε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης να παρακολουθήσουμε το Γκαλά όπερας που συνδιοργάνωσε η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης και το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Η επιλογή ήταν τολμηρή από πολλές απόψεις:
- τα παιδιά μου κοιμούνται καθημερινά στις 20.30, οπότε το να ξεκινήσουμε να πάμε κάπου την ώρα που κανονικά κοιμούνται ενέχει ρίσκο,
- πολλές παραστάσεις αποκλείουν τους μικρούς θεατές κι έτσι δε μπορούσα να είμαι σίγουρη ότι τα παιδιά θα συμπεριφέρονταν συνετά και ήσυχα, όπως αρμόζει σε ένα ρεσιτάλ,
- το γκαλά δεν είναι ένα φορμά που ευνοεί τη διατήρηση της προσοχής, μιας και υπάρχει η αποσπασματικότητα που λείπει όταν παρακολουθείς ένα ολόκληρο έργο και αντιλαμβάνεσαι την υπόθεση.
Να μην σας τα πολυλογώ: φτάσαμε στην ώρα μας, περιμέναμε σε μια μεγάλη ουρά, καθώς οι άνθρωποι του Μεγάρου έλεγχαν τα πιστοποιητικά μας – παρένθεση για να πω ότι δεν είναι δυνατόν να έχετε τα πιστοποιητικά σας στο κινητό και να τα ψάχνετε την ώρα που σας τα ζητάνε λες και είναι έκπληξη: ξέρεις ότι θα πρέπει να το δείξεις – λυπήσου μας, μαντάμ, κι έχε το έτοιμο. Σύντομα βρεθήκαμε στην όμορφη αίθουσα του Μεγάρου που κάναμε μαύρα μάτια να τη δούμε από μέσα – θενξ, Κοβιντ!- και, ενώ όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσει το Γκαλά, ένα σούσουρο, μια ανησυχία, ένας εντυπωσιασμός απλώθηκε στην αίθουσα: μια γυναίκα με μάλλον μικρό σώμα και τεράστιο εκτόπισμα, συνοδευόμενη από τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης και άντρες της προσωπικής της συνοδείας, εισήλθε στην αίθουσα δημιουργώντας παραληρηματικές τάσεις στους φωτογράφους και κάθισε στην πρώτη σειρά, εκεί όπου δικαιωματικά ανήκει: ήταν η Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Η πλατεία, σε μια στιγμή σπάνιου συντονισμού, σηκώθηκε αποδίδοντας στην Πρόεδρο τιμή και μετά από αυτό το φαν στιγμιότυπο που εδώ στη Θεσσαλονίκη, ξέρετε, είναι και λίγο εξωτικό, η παράσταση ξεκίνησε.
Τα παιδιά κοιτούσαν με φοβερό ενδιαφέρον τα πάντα: πως απλώνεται η πλατεία του θεάτρου, που έχουν βγει καθίσματα για να μπει η κονσόλα του ήχου, από πού φωτίζεται η σκηνή, πόσο ψηλά είναι οι εξώστες, τι κλίση έχουν τα θεωρεία, τους μουσικούς και τον τρόπο που κάθονται στην ορχήστρα- μπροστά τα έγχορδα, αριστερά τα βιολιά, δεξιά τα βιολοντσέλα και οι βιόλες, πιο πίσω τα χάλκινα και τα πνευστά και τέρμα πίσω τα κρουστά. Παρατήρησαν πως το πρώτο βιολί είναι, πράγματι, το πιο σημαντικό στοιχείο μετά το μαέστρο, δίνει τόνο κι όλοι κουρδίζονται επάνω του. Πρόσεξαν πως η εκφραστικότητα της σοπράνου σε βοηθά να καταλάβεις τι λέει η άρια κι ας μην έχεις ιδέα για το αν η Τραβιάτα έχει λυπητερή ιστορία ή χαρούμενη και κατάλαβαν πόσο οργανικό κομμάτι της μουσικής δημιουργίας είναι ο μαέστρος, ο οποίος είναι καπετάνιος, φάρος, δάσκαλος κι ειλικρινά, τελικά, μια γέφυρα ανάμεσα στο κοινό και τους μουσικούς.
Αφού ρούφηξαν πληροφορία και ικανοποίηση, τα παιδιά μου, με σειρά ηλικίας και αντοχών… αποκοιμήθηκαν, το ένα μετά το άλλο, κάπου ανάμεσα στη Μποεμ και στη Μανον Λεσκό. Κοιμήθηκαν ήρεμα και βασιλικά, υπό τους ήχους των βιολιών, της άρπας και της φωνής της σοπράνου Μυρτώς Παπαθανασίου να τους νανουρίζει καλύτερα από ότι οποιαδήποτε μάνα θα μπορούσε. Κοιμήθηκαν γλυκά, με εξήντα μουσικούς να παράγουν μελωδίες που έδωσαν σκυτάλη στα πιο γλυκά όνειρα κι έτσι όπως κοιμήθηκαν, έτσι ξύπνησαν: ευτυχισμένα σαν σε παραμύθι, με διάθεση να τραγουδήσουν και να χορέψουν, να παρατείνουν τη μαγεία του θεάματος,
Δε θυμάμαι ποιος συγγραφέας το έχει διατυπώσει- δίνω μάχη να τον βρω εδώ και ένα μήνα- αλλά, απευθυνόμενος στους γονείς, έγραφε (σε ελεύθερη απόδοση): μην ενοχλείστε αν τα παιδιά κοιμούνται την ώρα που τους διαβάζετε. Είναι το πρώτο στάδιο: ακούς την ιστορία, εμπιστεύεσαι τη φωνή, χαλαρώνεις και κοιμάσαι. Είναι η διαδικασία που θα σε κάνει στο μέλλον δεινό αναγνώστη.
Προσυπογράφω.
Δε θα σας παραινέσω να παίρνετε τα παιδιά σας μαζί: τα περισσότερα είναι τελείως άμαθα σε βασικούς τρόπους συμπεριφοράς και μας σπάνε τα νεύρα- στα ίσια σας το λέω. Φωνάζουν, θεωρούν αυτονόητο να ΤΡΩΝΕ την ώρα της παράστασης, μιλάνε δυνατά και γενικά τους φαίνεται ότι δεν είναι καθόλου εξοικειωμένα και, σίγουρα, η ώρα που εκτυλίσσεται ένα Γκαλά που δεν θα ξαναγίνει, δεν είναι η ώρα να τα εκπαιδεύσετε.
Αν όμως, ΑΝ, ανήκετε στην κατηγορία εκείνων των ανθρώπων που από αυτά τα θεάματα αντλείτε ικανοποίηση, που έχετε εκθέσει τα παιδιά σας στους κανόνες και τη συμπεριφορά που τιμούν ένα τέτοιο δρώμενο και τους συντελεστές τους, σας παρακαλώ, ΠΑΡΤΕ ΤΑ ΜΑΖΙ ΣΑΣ. Δεν είναι πολύ μικρά, δεν είναι ανόητα, είναι μικρά σφουγγάρια που μαζεύουν προσλαμβάνουσες και χτίζουν χαρακτήρα! Θα το απολαύσουν! Κι αν κοιμηθούν, κοιμήθηκαν! Δεν έγινε και τίποτα! Μη το βλέπετε ως “τσάμπα το εισιτήριο, ήταν κι ακριβό!”- όπως δεν βλέπετε “τσάμπα το μολύβι και το τετράδιο” όταν ο Γιωργάκης πήρε μηδέν στην ορθογραφία (εντάξει, μηδέν δεν υπάρχει, Α χωρίς τόνο :/ ).
Η τέχνη δημιουργεί ανάταση ψυχής, ανεξάρτητα με την ηλικία του θεατή- χώρια που – ποτέ δεν ξέρεις- μπορεί ξυπνώντας να συνειδητοποιήσεις ότι είσαι από τους ελάχιστους ανθρώπους που ειλικρινά μπορούν να ισχυριστούν ότι … κοιμήθηκαν κάτω από την ίδια στέγη με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας!
:)
Ραντεβού αυτή την Κυριακή, με περισσότερη Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης και μουσική δωματίου!
*κι ένα σφηνάκι γέλιου για το κλείσιμο*
ΥΓ. Αυτή είναι μια φωτογραφία της Δάφνης που ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ κρατάει μια τσάντα μου, την οποία λιγουρεύεται από 3 χρονών και φυσικά δεν την άφηνα να δανειστεί: το ύφος της και η ατάκα της, μετά από δέκα λεπτά που έχει απλώσει 80 στρώσεις λιπ γκλος με χρώμα στα χείλη της, “μα είναι αδικία η μάσκα ενώ έχω βαφτεί!” είναι ταυτόχρονα η εμπειρία κάθε μιας από εμάς ΚΑΙ τα δύο σούπερ αστεία πράγματα που θα κρατήσω επίσης στα αναμνηστικά μου της ημέρας :) :) :)
<3