Όταν πέρυσι στήναμε το περιβόλι μας, ήμασταν μια ωραία ατμόσφαιρα. Εγώ οκτώ μηνών έγκυος, να αναρωτιέμαι αν το ελαφρό τσάπισμα και το απαλό ξεχορτάριασμα μπορεί να με στείλουν στο νοσοκομείο μια ώρα αρχύτερα (εκ των υστέρων σοφία “Όχι”- γέννησα και μια βδομάδα αργότερα) κι ο άντρας μου – κρίνοντας εκ του αποτελέσματος- να αναρωτιέται αν η έκταση του μπαχτσέ είναι αρκετά μεγάλη ώστε να ταΐσουμε όλο τον πληθυσμό της νότιας Σαμοθράκης. Αφού καταλήξαμε σε ένα “όχι” κι ένα “ναι” αντίστοιχα, ορίσαμε την περιοχή και την φράξαμε από τους εχθρούς με τα τοξικά στόματα, aka κατσίκια.
Κι εδώ θα ήθελα να κάνω ένα συντομότατο detour για να απευθυνθώ στους χορτοφάγους που επισκέπονται το νησί.
Αγαπητοί χορτοφάγοι του κόσμου, καταλαβαίνω απόλυτα την επιλογή σας. Σε εσάς δε που προέρχεστε από τον αναπτυγμένο κόσμο, δεν τη θεωρώ απλώς επιλογή αλλά πολιτική με την οποία σώζονται ζώα και ζωές. Στη Σαμοθράκη, όμως, η χορτοφαγία είναι απόλυτα αντι-αειφορική επιλογή και θα σας στοιχειώσει το κάρμα. Τα στοιχεία είναι λίγα αλλά ηχηρά και συνοψίζονται σε μία ερώτηση: Πού είναι τα δάση της Σαμοθράκης; Σαφώς και δε μιλάω για το κομμάτι που γίνονται καυσόξυλα, μια τόσο ρομαντική καταστροφή όταν τη βλέπεις με τον αγαπημένο σου μπροστά στο τζάκι μ’ ένα Βουργουνδίας στο χέρι. Μιλάω για τα άλλα- τα φυντάνια που δε γίνονται δέντρα. Αντιθέτως, καταλήγουν στην κοιλιά της μέσης, αναιδούς κι επαρκώς ταισμένης κατσίκας, που εν είδει χόμπι μασουλάει οτιδήποτε τρυφερό. Η κατσίκα αυτή ενοχοποιείται για τη μη αναγέννηση ενός απίστευτα παρθένου δάσους που κάποτε καταλάμβανε τεράστιο όγκο στο νησί και τώρα περιορίζεται στο δάσος του Μαρτίνη. Εύκολα συνάγει κανείς τη λύση. Έλεγχος του πληθυσμού δια της βρώσης. Βλέπετε, λοιπόν, αγαπητοί χορτοφάγοι ότι στη Σαμοθράκη το φάγωμα κατσικιού είναι υποχρέωση απέναντι στη φύση και στο αύριο του νησιού. Η συστηματικότητα και η υπερβολή είναι τα δύο χαρακτηριστικά στα οποία πρέπει να βάλετε τις δυνάμεις σας ενώ από τα υπόλοιπα κρέατα μπορείτε να συνεχίσετε να απέχετε κανονικά, σα να μη τρέχει μία.
Επανέρχομαι στο κεφάλαιο μπαχτσές. Αφού φράξαμε μια γαιδουροπεριοχή που μας έδινε πέντε κιλά πιπεριές (που κανένας μας δεν τρώει) από Αύγουστο μέχρι Οκτώβριο (τρομοκρατία- όχι αστεία), φρεζάραμε, τσαπίσαμε και λιπάναμε το έδαφος, φυτέψαμε έτοιμα φυντάνια που αγοράσαμε από ένα καρό μέρη (να δοκιμάσουμε δήθεν). Για να μη μακρυγορώ (άλλο), τα μόνα που άξιζαν ήταν οι ντόπιες ποικιλές. Σε ό,τι κι αν φυτέψαμε, έκαναν τη διαφορά. Όχι ότι τα άλλα ήταν άσχημα, αλλά δεν ήταν και τόσο αυθεντικά. Καταλάβαμε, λοιπόν, στην πράξη πόσο σημαντικό πράγμα είναι ο σπόρος.
Αν αρχίσεις να την ψάχνεις με τους σπόρους, είναι θέμα χρόνου να φτάσεις στο Πελίτι. Εκεί, κάθε χρόνο διοργανώνεται μια γιορτή ανταλλαγής ντόπιων ποικιλιών και είναι ακριβώς το μέρος που θα μας δώσει τους σπόρους που θα αξίζουν τον κόπο να φροντίσουμε και να μεγαλώσουμε. Εκείνους που θα δώσουν αρώματα και γεύσεις κρυμμένα , για τους πιο τυχερούς, βαθιά στις μνήμες της παιδικής ηλικίας.
Εσείς για πού λέτε το ΣΚ;
Οι εναλλακτικές είναι γνωστές και τις έχουμε συζητήσει: ή θα ψωνίσουμε νόστιμα λαχανικά, φρούτα, κοτοπουλα, αβγά, μέλι, γαλακτοκομικά από την υπέροχη βιολογική λαική αγορά, μια αγορά που τα προιόντα της ΔΕ μεγαλώνουν με φυτοφάρμακα, ή από κάποιο έντιμο μαγαζάκι της γειτονίας, με προσεγμένα προιόντα, και πάλι χωρίς φυτοφάρμακα.
Προσέχουμε τον εαυτό μας και τα παιδιά μας, ξεκινώντας από το πιο απλό: ό,τι μπαίνει στο στόμα μας!
(Last Babble: Αρχίστε να δραπετεύετε από τις πόλεις! Όλα έξω είναι πράσινα!)